Το μάτι μου έπεσε από σύμπτωση ίσως Deolinda Correa... Η ιστορία με συγκλόνισε, καθώς αφορούσε το θαύμα του να συνεχίσει να δίνει ζωή σε ένα παιδί-στο παιδί της- μια ήδη νεκρή μητέρα...
Ίσως πίσω της να έχει συμβολισμούς εξίσου δυνατούς, όπως πχ στην αναφορά που γίνεται στο ιστολόγιο της κας Τοράκη. Εντούτοις εγώ στάθηκα στην ιστορία καθεαυτή. Κόλλησα στον ιστό της και αναπήδησα, όπως ένα έντομο κολλάει στον ιστό της αράχνης και μην μπορώντας να ξεκολλήσει, χτυπιέται σε μιαν ύστατη προσπάθεια να ξεφύγει. Όμοια κι εγώ, χάθηκα στα νήματα της ιστορίας καθευτής...
Εν τάχει η ιστορία έχει ως εξής: Η Ντεολίντα Κορρέα, είναι μια γυναίκα, που το 1840 πέθανε στην έρημο από δίψα όταν, έχοντας το μωρό της αγκαλιά, πήγαινε να βρει τον άντρα της που είχε αρρωστήσει ενώ πολεμούσε στον εμφύλιο της Αργεντινής. Όταν μετά από μέρες τη βρήκαν, το μωρό ήταν ζωντανό γιατί τρεφόταν από τον μαστό της μάνας του που ήταν γεμάτος γάλα! Η Μητέρα είχε πεθάνει εδώ και μέρες, αλλά το βρέφος ήταν ακόμη ζωντανό!
Όμως η συνέχεια είναι που είχε επίσης ενδιαφέρον. Οι κάτοικοι την ανακήρυξαν σε Αγία, παρόλο που η καθολική εκκλησία ακόμη και σήμερα δεν την αναγνωρίζει. Τους συγκλόνισε κι αυτούς το θαύμα της ζωής, το θαύμα της φύσης. Σιγά σιγά στην ευρύτερη περιοχή αλλά και αλλού, άρχισαν να ξεφυτρώνουν ναΐσκοι αφιερωμένοι σε αυτήν, όπου οι περαστικοί αφήνουν αναθήματα. Συνήθως αφήνουν μπουκάλια με εμφιαλωμένο νερό εις ανάμνηση της δίψας της κοπέλας: Να μην αφήσουν ξανά ποτέ κανέναν διψασμένο σε αυτόν τον κόσμο. Ίσως κι από ενοχή να αισθάνονται, ότι της χρωστούν, έστω και τώρα που έχουν περάσει πάνω από 150 χρόνια το πολύτιμο νερό.
Τι είναι αυτό που κάνει τους βιαστικούς συνήθως οδηγούς οχημάτων να παρεκκλίνουν της πορείας τους και να σταματούν για να προσευχηθούν για τη νεαρή κοπέλα? Να της προφέρουν μπουκάλια με νερό? Κάποιοι ναΐσκοι αφιερωμένοι σε αυτήν δέχονται συνήθως αναθήματα, όπως ονόματα αγαπημένων προσώπων χαραγμένα σε πλακίδια ή νυφικά από κοπέλες που είχαν τάμα και κατάφεραν να παντρευτούν, προσφέροντας εκεί στο ναΐσκο τα νυφικά τους.
Το σίγουρο είναι πως η Deolinda ήταν νέο κορίτσι, μητέρα με παιδί στην αγκαλιά, που πήγε να βρει τον αγαπημένο της. Περιπλανήθηκε στην έρημο κι όταν της τελείωσαν οι προμήθειες πέθανε από τη δίψα. Από τη μια η Αγάπη για τον χαμένο σύντροφο και η Μητρότητα, ενώ από την άλλη ο Όλεθρος - εδώ με τη μορφή του εμφυλίου πολέμου - και η Αρρώστια. Πόσοι και πόσοι κάθε βράδυ πριν κοιμηθούν δεν εύχονται τα πρώτα ή δεν ξορκίζουν τα δεύτερα στις προσευχές τους?
Πολλοί έχουν ένα δάκρυ για τη νεαρή κοπέλα, που έστω και νεκρή κατάφερε σαν από θαύμα να κρατήσει στη ζωή το μονάκριβό της παιδί. Όμως πόσοι γονείς τις νύχτες δεν παρακαλούν το θεό, ο μη γένοιτο, να πάρει τους ίδιους κι όχι τα παιδιά τους? Πόσοι δεν ξορκίζουν το θάνατο στις προσευχές τους?
Και το άγαλμά της εκεί στο παρεκκλήσι? Ένα λιτό ταπεινό κορίτσι που κρατά το παιδί της στορργικά ακόμη και από το θάνατο... Δεν έχει πια δυνάμεις... δεν έχει ανάσα... έχει όμως σάρκα από τη σάρκα της και προσφέρει απλόχερα στο μονάκριβο παιδί της.
Κι ίσως αφού κατάφερε αυτό, να μπορεί να σπλαχνίζεται και τους περαστικούς, τους κουρασμένους στις προσευχές τους λίγο πριν κοιμηθούν που ξορκίζουν το θάνατο και την αρρώστια. Ίσως με τη σκέψη της και μόνο να στέργει τα φτωχοκόριτσα που εύχονται γάμο αγάπη οικογένεια, εκεί λίγο πριν αποκοιμηθούν ξεθεωμένα από τη δουλειά στα φτωχικά τους κρεβάτια. Που ονειρεύονται λίγη ζωή...
Ίσως να δώσει και λίγη από την απέραντη ευσπλαχνία της και στους περαστικούς, που οδηγούν κατάμονοι στους μεγάλους εθνικούς δρόμους χαμένοι στις σκέψεις τους. Και που εύχονται να μην τελειώσει έτσι άδοξα η ζωή τους, πίσω από ένα τιμόνι να πεθάνουν από τη δίψα για μια ζωή που δεν ήρθε ποτέ...
(εις μνήμην Φώτιου...)